Όταν το φως που καίει ανάμεσά μας δύσει
1943
Όταν το φως που καίει ανάμεσά μας δύσει
τότε η μεγάλη θα σαλπίσει ψυχή των Ανέμων
κι ο συντριμένος θρήνος των δειλών μας ελπίδων
θα δέεται στους ουρανούς που θάχουν σβήσει
θα προσκυνά τους ήλιους που πια δε θ’ανατείλουν.
[ και θα καλεί τους ήλιους που πια δε θ’ανατείλουν.]
Μάθε να λατρεύεις στο Φως τη χαρά!
Μη τη ζητάς πέρ’απ’τον κύκλο της καρδιάς σου.
Ας δύσει πια στους ουρανούς για ν’ανατείλει
ανάμεσά μας ντυμένη τη γήινη πορφύρα.
[Τίναξε απ’τα στήθη σου των υπερκόσμιων Παράδεισων
την πλημμύρα.
Τα ωραία και τα ευτυχισμένα να δέσουν πια
στους ουρανούς
Και ν’ ανατείλουν στο πλευρό σου
ντυμένα τη γήινη πορφύρα.
30.Χ.43