Στον νεκρό μου φίλο...
1944
Απ’ τα λίγα τα φύλλα των δέντρων
πούχουν πέσει στην κρύα τη γη
το δρομάκι που σ’ άρεσε, φίλε,
έχει βάλει τη μαύρη στολή...
*
Το τραγούδι που πριν εσκορπούσε
αρμονία γλυκειά στη νυχτιά
δεν ακούστηκε το άμοιρο, πάλι...
αχ, το πήρε κι αυτό η παγωνιά...
*
Για θυμήσου, ω φίλε, την ώρα
πούχαμ’ έρθει οι δυο μας μαζί
στων μνημάτων την ήσυχη χώρα...
Σ’ έναν τάφο καθόσουν εσύ...
*
Κι ένα μνήμα θωρώντας πιο πέρα
που βαθειά μες στην κρύα τη γη
τον γλυκό σου είχε κλείσει πατέρα
αχ, τι τάχα να σκεπτόσουν εσύ;
*
Να σκεπτόσουν, ποιος ξέρει, αδελφέ μου
πως ταχιά σ’ ένα μνήμα βαθύ
ήθελε έμπεις σκληρά μιαν ημέρα
σαν πρωτόλαβο, αθώο πουλί;
*
ΙΙ
Μη διαβάτη, μην κόψεις το άνθος
πούχει βγει απ’ του τάφου τη γη
που τον μαύρο σκεπάζει μας φύλλο
κι άλλος Χάρος του θέλει γενής.
*
Ασπρο λούλουδο ήταν και πρώτα
άσπρο λούλουδο βγήκε ξανά
κι αν σκορπούσε και πρώτα το μύρο
πάλι χύνει λευκή ευωδιά...
*
ΙΙΙ
Και σύ, ω φίλε μας, γίνε μας πάλι
αηδονάκι αθώο, γλυκό
κι ας μας ψάλλεις εκειά τα τραγούδια
με τον ίδιο αγάπης σκοπό.
Αφιερωμένα στους φίλους μου,
ΜΙΚΗΣ