Τα Λαϊκά
1968
Περιγραφή:
Τα Λαϊκά
Σύνθεση: Υπο επιτήρηση σε κατ' οίκον περιορισμό, Μάρτιος - Αύγουστος 1968, Αθήνα - Βραχάτι
Ποίηση: Μάνος Ελευθερίου
Ερμηνεία: Μαρία Δημητριάδη, Αντώνης Καλογιάννης
Ηχογράφηση: Παρίσι, 1971 Polydor
Eνορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας: Μίκης Θεοδωράκης
Περιλαμβάνεται στον δίσκο: Θεοδωράκης διευθύνει Θεοδωράκη Vo.1
Τον Μάρτη του 1967, έναν μήνα πριν ξεσπάσει η στρατιωτική Δικτατορία, ο Θεοδωράκης δέχεται την επίσκεψη ενός νεαρού ποιητή, του Μάνου Ελευθερίου, ο οποίος του δίνει ένα κύκλο δώδεκα ποιημάτων που ο συνθέτης θα βαφτίσει αργότερα ΤΑ ΛΑΪΚΑ.
Είναι η ίδια εποχή που ο Οδυσσέας Ελύτης καταθέτει κι αυτός το ROMANCERO GITANO του Λόρκα σε ελεύθερη απόδοση, ειδικά για να γίνει τραγούδι.
Έτσι ο Θεοδωράκης αρχίζει να συνθέτει παράλληλα αυτούς τους δύο κύκλους τραγουδιών έχοντας στο νου του τις δύο κύριες φωνές τραγουδιστών με τους οποίους συνεργαζόταν τότε : τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τη Μαρία Φαραντούρη.
Βλέπουμε λοιπόν το ρόλο που παίζουν στην έμπνευση ενός συνθέτη οι φωνητικές και ερμηνευτικές ιδιομορφίες των βασικών ερμηνευτών του και πόσο πράγματι ταιριάζουν αυτοί οι δύο κύκλοι, ο καθένας για τον τραγουδιστή για τον οποίο γράφτηκε. Με τη διαφορά ότι η Φαραντούρη θα τραγουδήσει τελικά τον κύκλο του Ελύτη, ενώ οι συνθήκες θα υποχρεώσουν τον Θεοδωράκη να αναζητήσει για τον κύκλο του Ελευθερίου νέο ερμηνευτή, που θα τον βρει στις φωνές του Αντώνη Καλογιάννη και της Μαρίας Δημητριάδη.
Τα τελευταία «λαϊκά» τραγούδια του συνθέτη θα τα βρούμε στην ΠΟΛΙΤΕΙΑ Β (1964) και στον ΚΥΚΛΟ ΦΑΡΑΝΤΟΥΡΗ (1966). Έτσι επωφελείται από την ποίηση του Ελευθερίου για να ξαναγυρίσει στα αγαπημένα του χωράφια, τις λαϊκότροπες μελωδίες και ρυθμούς. Για όποιον γνωρίζει την Ελλάδα εκείνης της εποχής είναι βέβαιο πως αν τα τραγούδια αυτά τα έλεγε τότε ο Μπιθικώτσης, θα ήταν σήμερα από άποψη δημοτικότητας πλάι στις κλασσικές επιτυχίες του Θεοδωράκη, όπως η «Δραπετσώνα» και ο «Καημός». Δυστυχώς, ο Θεοδωράκης δεν είχε προφτάσει να συνθέσει παρά μόνο ένα ή δύο τραγούδια όταν ξέσπασε η Δικτατορία στις 21 Απριλίου 1967 και αναγκάστηκε να μπει στην παρανομία κι από εκεί – μετά τη σύλληψή του στις 15 Αυγούστου 1967 – στην Ασφάλεια και στις Φυλακές Αβέρωφ για να καταλήξει στο Βραχάτι σε κατ’ οίκον περιορισμό (Μάρτιο με Αύγουστο του 1968). Εκεί θα ξαναπιάσει το νήμα και θα ολοκληρώσει τον κύκλο. Ενώ παράλληλα θα μελοποιήσει το νέο έργο του Μάνου Ελευθερίου, τη Νύχτα Θανάτου.
Η λιτότητα και η αμεσότητα των στίχων είναι ένα από τα γνωρίσματα της λαϊκής μουσικής. Με μια εικόνα μαθαίνουμε μια ιστορία. Δεν υπάρχουν περιττές λέξεις. Το νόημα θα πρέπει να βγαίνει πεντακάθαρο. Ο Μάνος Ελευθερίου πατά γερά επάνω στο χώμα της παράδοσης και ο Θεοδωράκης πιάνει αμέσως το νόημα: οι μελωδίες του είναι λιτές, μονάχα ένα βήμα πιο μακριά από τα λαϊκά ακούσματα. Φαίνεται ευτυχής που μπορεί να ξανατραγουδήσει τόσο άμεσα σαν ένας γνήσιος λαϊκός συνθέτης επιστρέφοντας στο κλίμα του ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ και της ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ.
Με τα ΛΑΪΚΑ καταφέρνει να γράψει ίσως τον πιο γνήσιο κύκλο της λαϊκότροπης μουσικής του. Και δεν έχει παρά να προσέξει κανείς τις εισαγωγές στα τραγούδια του για να διαπιστώσει την ωριμότητα που είχε αποκτήσει στον τομέα του λαϊκού τραγουδιού με τα νέα έντεχνα στοιχεία που προσέφερε η σοφά ισορροπημένη ποίηση του Μάνου Ελευθερίου που ήξερε να πάρει την πεμπτουσία του ποιητικού ιδιώματος της λαϊκής τραγουδιστικής παράδοσης για να οικοδομήσει επάνω της νέα τραγουδοποιητική τεχνική που, με τη συμβολή του Λευτέρη Παπαδόπουλου κυρίως, θα διαμόρφωνε το νέο ελληνικό τραγούδι στις δεκαετίες που ακολούθησαν.
Ο Θεοδωράκης έδωσε τον τίτλο ΤΑ ΛΑΪΚΑ στον κύκλο αυτόν για να τονίσει τον βαθύτερο χαρακτήρα τους, αλλά και για να οριοθετήσει τις διαφορές από τους κύκλους τραγουδιών που συνέθεσε παράλληλα, όπως το ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ (Σεφέρης) ή το ROMANCERO GITANO (Λόρκα – Ελύτης) και που εκινούντο σε μια σφαίρα πολύ πιο προσωπική, καθώς προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν πιστά την «καθαρή» ποίηση δόκιμων ποιητών.
Η πρώτη εκτέλεση των δύο Κύκλων έγινε στις συναυλίες που δόθηκαν στα 1970 στην Ιταλία, στις οποίες συμμετείχαν η Μαρία Φαραντούρη, ο Αντώνης Καλογιάννης και η Μαρία Δημητριάδη. Εκεί η πρώτη ερμήνευσε το ROMANCERO GITANO και οι δύο άλλοι ΤΑ ΛΑΪΚΑ. Έναν χρόνο αργότερα έγινε η πρώτη ηχογράφηση σε στούντιο στο Παρίσι με τους ίδιους ερμηνευτές.
Ακολούθησε η δεύτερη ηχογράφηση των ΛΑΪΚΩΝ στην Αθήνα, με ερμηνευτή τον Μανώλη Μητσιά και ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας του Λουκιανού Κηλαηδόνη.
Έτσι, ΤΑ ΛΑΪΚΑ δεν ακούστηκαν στην εποχή τους στην Ελλάδα. Το τίμημα που πλήρωσε ο Θεοδωράκης για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας δεν περιορίστηκε σε προσωπικές μόνο θυσίες αλλά επεκτάθηκε στη θυσία του μουσικού του έργου στον βωμό της Ελευθερίας.
Το σύνολο του έργου του απαγορεύτηκε για επτά χρόνια με την υπ’ αρ. 13 Διαταγή του Στρατηγού Αγγελή.
Η απαγόρευση αυτή μοναδική στα χρονικά της παγκόσμιας ιστορίας, δεν είχε σαν θύμα μόνο το τότε υπάρχον έργο του, αλλά και όλη του τη μουσική παραγωγή στη διάρκεια της Δικτατορίας που έμεινε άγνωστη στον ελληνικό λαό. Και ποια θα ήταν άραγε η εξέλιξη της ελληνικής μουσικής εάν έργα του όπως ΤΑ ΛΑΪΚΑ, ROMANCERO GITANO,ΘΑΛΑΣΣΙΝΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ, ΝΥΧΤΑ ΘΑΝΑΤΟΥ, ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ, ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ και τόσα άλλα γίνονταν στην ώρα τους γνωστά όπως τα προηγούμενα στο ευρύ ελληνικό κοινό; Και ποια θα ήταν ακόμα η εξέλιξη του ελληνικού τραγουδιού αν ο Θεοδωράκης ήταν ελεύθερος να συνθέτει και να διαδίδει τα νέα έργα του κατά την περίοδο της Δικτατορίας;
Andreas Brandes