Πρωινό
1949
Μι’ αχνότη ονείρου είχε σκεπάσει
τον κάμπον όλον
Κι ήταν μια σιωπή παντού χυμένη
κορούλα που κερνούσε δακρυσμένη
βάλσαμο λήθης στις θλιμμένες μας καρδιές
Και μάντευες μια θλίψη ν’ αναδεύει
και μάντευες μια θλίψη να σαλεύει
τους πόνους στις ψυχές που καρτερούν
ό,τι έφυγε γλυκό κι ό,τι αγαπάνε
Κι ήταν μια σιωπή παντού χυμένη...
Κι ήρθε στη μοναξιά μου να με βρει
σαν όνειρο που πάει να βρει τον πόθο
γλυκός αχός καμπάνας που σημαίνει.
Μα η μορφή μου μένει ακόμα λυγισμένη
κι η ψυχή μου θρηνεί.
Αχ αλί! αλί αλί!
Κυριακή πρωί 31.2.49