Παλικάρι
1961
Κλαίνε τα δέντρα, κλαίνε
τα σήμαντρα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
Παλικάρι στη δουλειά
στο σπίτι παλικάρι
μίλαγες κι η γειτονιά μας
γέμιζε πουλιά.
Άπλωνες το χέρι σου
κι έκοβες το φεγγάρι
ως σ’ έκοψε σα λούλουδο
ο Χάρος μια νυχτιά.
Κλαίνε οι τράτες, κλαίνε
τα κύματα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
Παλικάρι στα κουπιά
στο γλέντι παλικάρι
οι κοπελιές κεντούσανε
για σένανε κρυφά
κεντούσανε τα όνειρα,
τον ήλιο, το φεγγάρι
κεντούσαν την αγάπη τους,
της βάζανε πανιά.
Κλαίνε οι ναύτες, κλαίνε
τα σύννεφα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
Παλικάρι, η μάνα σου τυλίχτηκε στα μαύρα
τους φίλους σου τους τύλιξε φουρτούνα, συννεφιά
το λιμανάκι ερήμωσε κι η θάλασσα ερημώθη
κι ο ήλιος εκαρφώθηκε και δε σαλεύει πια.
Brave Lad
The trees weep,
the bells and your friends weep.
Manly at work
manly at home
you spoke and our neighborhood
was full of birds.
You stretched out your hand
and plucked the moon
just as Death plucked you
like a flower one night.
The fishing boats weep
the waves and your friends weep.
A stalwart at the oars
a fine fellow at a party.
Secretly the girls embroidered
dreams, the sun, the moon
for you, they embroidered their love
and set sails on it.
The sailors weep
the clouds and your friends weep
Brave lad, your mother wrapped herself in black,
storm and cloud wrapped your friends
the harbor was deserted, the sea abandoned
and the sun stood still and moves no more.