Χτύπα - χτύπα
1948
Τα πλοία προσμένουν κρυφά στα σκοτάδια
δεμένα σε κάποια ακτή μυστική
καμιόνια με φάρους σβησμένους
γεμάτα συντρόφους πιστούς
γλιστρούν μες στην πόλη που τώρα σφαδάζει
στα νύχια των εχθρών του λαού.
Χτύπα, χτύπα το στήθος π’ ανάβει
χτύπα, χτύπα το νου που φωτά
στα χτυπήματα θεριεύουν οι σκλάβοι
κάτω μας σπρώχνεις μα πάμε ψηλά.
Τα πλοία στα βράχια σκορπούν τους συντρόφους
τους ζώνουν σαν φίδια φρουροί τρομεροί
μα κείνοι ψηλά το κεφάλι ψηλά η σημαία προχωρεί
παιδιά του λαού τιμημένα γνωρίζουν
πως πλάθουν την καινούρια ζωή.