Αγκαλιάστηκαν και χόρεψαν ένα βαλς με νωθρό ρυθμό
1944
Αγκαλιάστηκαν και χόρεψαν ένα βαλς με νωθρό ρυθμό.
Κατόπι σταμάτησαν, σφίχτηκαν
δυνατά και δώσαν το στερνό τους φιλί.
Κάποιες παράξενες σκέψεις τους βαραίνουν.
Ξαναφιλιούνται μηχανικά για να παρατείνουν
ποιος ξέρει τί.
‘Ομως τα χείλη δε γνωρίζουν τη σάρκα και τα
χέρια ενώνονται σε αδιάφορα σφιξίματα.
*
Τότε παίρνω μορφή ποντικού και παρουσιάζομαι
μπροστά τους. Βουτώ την ουρά μου στο
μελάνι και γράφω πάνω στο τζάμι:
“Το πεπρωμένο καλεί τη ζωή”.
Με μάντεψαν φαίνεται αμέσως. Φτιάχτηκαν
βιαστικά βιαστικά και ξεχαστήκαν.
*
Ανοίγω την πόρτα και βλέπω τον ποντικό να
σουλατσάρει. Το περίστροφο είχε λησμονηθεί
πάνω στο γραφείο. Το κοιτάζω και του
λέω: -Εσύ έκανες αυτή την απερισκεψία;
Τρέχει και χώνει το κεφάλι του μέσα
στην κάνη για να εμποδίσει τη σφαίρα. Εγώ
όμως δε χάνω καιρό και τραβώ.
Πολύ προσεχτικά μαζεύω το λίγο αίμα που
υπήρχε και με αυτό σκεπάζω τις αδέσποτες
φράσεις.
18.ΙΙΙ.44
Μίκης Θεοδωράκης
ΑΘΗΝΑ
Anonymous Phrases
They embraced and danced a languid waltz.
Later they paused, squeezed each other tightly
and kissed for the last time.
Strange thoughts oppressed them.
They kissed again, mechanically, so as to extend
who knows what.
But their lips weren’t aware of flesh
and their arms twined in absent-minded embraces.
* * *
Now I take the form of a mouse
and appear before them. I dip my tail
in ink and write on the window pane:
“Destiny calls to life.”
It seems they became aware of me immediately.
They soon recovered and became distracted again.
* * *
I open the door and see the mouse
lounging about. The revolver has been forgotten
on the desk. I look at him and say:
-Did you commit this rash act?
He runs and puts his head
in the barrel so as to block the bullet.
But I waste no time and move away.
Very carefully I collect a little of the blood
that was there and cover
the anonymous phrases with it.
Athens, 1944