Τα Πρόσωπα του Ήλιου
1987
Περιγραφή:
Τα Πρόσωπα του Ήλιου
Ποίηση: Διονύσης Καρατζάς
Σύνθεση: 1986, Αθήνα - Βραχάτι
Ερμηνεία: Βάνα Βερούτη, Πέτρος Πανδής, Θανάσης Μωραίτης, Βίκυ Σίμου
Εξώφυλλο: Γιάννης Μεντζίκωφ
Ηχογράφηση: 1987
(Απόσπασμα από το σημείωμα του συνθέτη στο δίσκο)
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ είναι βασισμένα στην ποιητική συλλογή του Διονύση Καρατζά Χρώματα-Φωνήεντα. Εκφράζουν την αντίληψή μου για το πώς βλέπω σήμερα το ελληνικό τραγούδι, τόσο σα μελωδία-στίχο-ρυθμό, όσο και σαν φωνές-ηχοχρώματα. Τα κατατάσσω στη σειρά των «κύκλων» εκείνων που σημάδεψαν και καθόρισαν την πορεία μου στο τραγούδι. Τέλος, τα ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ τα θεώρησα άξια και ικανά να εγκαινιάσουν μαζί με την ΕΒΔΟΜΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ και τη ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Νο 2 (για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο) την εποχή ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ.
Ο ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ ξεκινά με την τελευταία μου σύνθεση που είναι αφιερωμένη στον έρωτα, στη θάλασσα και τον ήλιο. Τα δεκαεφτά τραγούδια γράφτηκαν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1986. Τον Δεκέμβρη του ίδιου έτους έγινε η φωνοληψία στο «ΣΤΟΥΝΤΙΟ Θ» με τους τραγουδιστές Πέτρο Πανδή, Βάνα Βερούτη, Θανάση Μωραϊτη, Βίκυ Σίμου και τους μουσικούς Γιάννη Σπάθα, Αντώνη Τουρκογιώργη, Νίκο Αντύπα, Christian Boissel και φυσικά τον πρωταγωνιστή Κώστα Γανωσέλη που με το YAMAHA, έπαιξε πάνω από είκοσι όργανα (ηχοχρώματα).
Το νήμα της πορείας ενός καλλιτέχνη έχει δύο όψεις: την εσωτερική και την εξωτερική. Έως τα 1960, αναγκαστικά, βάδιζα μόνος. Εγώ και η μουσική μου. Γνωστή σε ελάχιστους. Μετά ον ΕΠΙΤΑΦΙΟ συνήθισα να περπατώ στη μουσική πορεία μαζί με τους άλλους. Έτσι ενώθηκαν η εσωτερική με την εξωτερική λειτουργικότητα της μουσικής μου. Στα 1967, η στρατιωτική δικτατορία απαγόρευσε για εφτά ολόκληρα χρόνια την κάθε είδους παρουσία μου στην πατρίδα μου. Τα τραγούδια, τα βιβλία, ακόμα και το όνομά μου είχαν απαγορευτεί. Έτσι, μια ολόκληρη γενιά μεγάλωσε χωρίς να με γνωρίσει. Η κατάσταση χειροτέρευσε μετά το 1974, πρώτα με την κατάχρηση (σε παραγωγή και χρήση) των τραγουδιών μου και μετά με μια διαρκή και λυσσαλέα προσπάθεια από κάθε είδους πλευρά να σβήσει από τις μνήμες και τις καρδιές των συμπατριωτών μου οτιδήποτε τους προσέφερα. Βαθιές οι ρίζες του μίσους και του φθόνου, όμως βαθύτερες οι δικές μου. Η απάντησή μου ήταν και είναι: αφοσίωση στη δημιουργική εργασία, συνέχιση με κάθε θυσία της εσωτερικής μουσικής μου πορείας, ανεξάρτητα από τις μορφές που παίρνει η εξωτερική.
Από τη μουσική μου ωφελήθηκαν πολλοί, όμως περισσότερο απ’ όλους οι εταιρείες και τα καταστήματα δίσκων. Κάποτε συνάντησα τον πρόεδρο του Σωματείου των τελευταίων και του είπα: « Η αχαριστία είναι κρύα σαν το φίδι». Σπάνια θα δει κανείς δίσκο μου στις βιτρίνες τους. Γιατί; Για τις εταιρείες δίσκων έχω να πω μόνο αυτό: Χάρις στη δική μας επιτυχία που εδραίωσε το ελληνικό τραγούδι μέσα στα πλατιά στρώματα του λαού μας (αλλά και στο εξωτερικό) εξελίχθηκαν σε οικονομικά μεγαθήρια. Έτσι η λογική τους είναι μια: Ποσότητα – με κάθε θυσία – ποσότητα! Άσε που οι περισσότερες από αυτές, όντας τοπικά παραρτήματα ξένων εταιρειών, υποχρεώνονται να κυκλοφορούν καθορισμένο αριθμό ξένων δίσκων. Εξ ου και τα κυκλώματα (παραγωγοί, ραδιοφωνίες, μουσικά περιοδικά, δημοσιογράφοι κ.τ.λ.) που έχουν σα σκοπό τη δημιουργία του κατάλληλου «αισθητικού» κλίματος με την άνευ ορίων συκοφάντηση του εγχώριου προϊόντος, για την προώθηση του «εμπορεύματος». Αλλά και στο καθαρά ιθαγενές ρεπερτόριο επικράτησε τελικά η λογική του «σταρ σύστεμ» με την υποβάθμιση του ρόλου του δημιουργού και την προώθηση του τραγουδιού με άξονα τον τραγουδιστή-σταρ. Έτσι ανάμεσα στη Σκύλα (ξένο ρεπερτόριο) και στη Χάρυβδη (σταρ σύστεμ), ο Έλληνας δημιουργός συνθλίβεται. Είτε αναγκάζεται να διακόψει τη σχέση της μουσικής του με το κοινό –δηλαδή την εξωτερική πορεία- αρκούμενος στη συνέχιση της εργασίας, αναδιπλωμένος στον εαυτό του, δηλαδή να συνεχίσει την εσωτερική και μόνο πορεία.
Και αυτό ακριβώς στην ουσία κάνω κι εγώ γνωρίζοντας ότι η τακτική (εν τούτοις) δισκογραφική παρουσία μου χρησίμευε, σε τελευταία ανάλυση, σαν ένα άλλοθι στο ελληνικό κύκλωμα δίσκων (παραγωγή – διάθεση). Δηλαδή: «να βγάζουμε και εγχώριους συνθέτες». Όμως τι να κάνω; Πότε γιατί με έπειθε ο Α ποιητής και πότε ο Β ή ο Γ τραγουδιστής, κάθε χρόνο κυκλοφορούσα έναν έως και δύο δίσκους, που λες και τους κατάπινε μονομιάς κάποια ρουφήχτρα – σίφουνας που στροβιλίζεται πάνω από τη σκοτεινή και άμορφη επιφάνεια της δισκογραφικής μας παραγωγής.
Θα με ρωτήσετε, τι γίνεται με τον «Σείριο»; Όχι μόνο χαιρέτησα αυτή την πρωτοβουλία αλλά και συνεργάστηκα –ο Διόνυσος υπήρξε ο πρώτος του δίσκος- με την παραγωγή του Μάνου Χατζιδάκι. Όταν όμως ο τελευταίος διέκοψε με την εταιρεία-μητέρα Ε.Μ.Ι. τη συνεργασία του, ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ έπαψε να διατίθεται στην αγορά επί ένα χρόνο περίπου! Και ένας άλλος δίσκος που ηχογραφήθηκε και ήταν έτοιμος να κυκλοφορήσει με τίτλο ΜΗΠΩΣ ΖΟΥΜΕ Σ’ ΑΛΛΗ ΧΩΡΑ σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου, έμεινε στο ντουλάπι εξαιτίας της ίδιας διακοπής των σχέσεων μεταξύ παραγωγού και εταιρείας. Έτσι αποφάσισα να μη συνεργαστώ στο μέλλον με ελληνική δισκογραφική εταιρεία, εκτός αν διαπιστώσω ότι άλλαξε η αντίληψή τους για την ελληνική μουσική. Τί θα γίνει όμως με την επαφή μου με το πλατύ κοινό; Το πείραμα με την εκπομπή στην ΕΡΤ-2 που παρουσίασα σε πρώτη εκτέλεση τα ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ και όπου εκάλεσα τους ακροατές να την μαγνητοφωνήσουν ή να μου στείλουν άδειες κασέτες, ήταν μια μεγάλη έκπληξη. Μέσα σε 15 μέρες έφτασαν στο «Στούντιο Θ» πέντε χιλιάδες κασέτες κι εκατοντάδες γράμματα!