Όταν σηκώνονται οι πολίτες ανησυχούν οι προστάτες τους - του Στέλιου Ελληνιάδη
13.02.2018
Ήταν ένα πλήθος ανάλογο των μεγαλύτερων συγκεντρώσεων στο Σύνταγμα. Σε αντίθεση, όμως, με όποιο άλλο, το πιο αξιοσημείωτο ήταν ότι ήταν ένα πλήθος ακέφαλο, όπως ήταν το πλήθος της πρώτης συγκέντρωσης των «αγανακτισμένων» στην ίδια πλατεία. Δεν κατέβηκε για να υμνήσει κανέναν. Αντιθέτως, κατέβηκε με ένα ισχυρό αίσθημα απαξίωσης όλων των πολιτικών φορέων και των στελεχών τους. Και σ’ αυτό πρωτοτύπησε.
Κανένα από τα κόμματα δεν μπορεί να το διεκδικήσει, ούτε κανένας άλλος φορέας. Όπως και στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, ο κοσμάκης κατέβηκε να διατρανώσει την αντίθεσή του στη συμφωνία για το όνομα της γειτονικής μας χώρας∙ γι’ αυτό και το σύνθημα που είχε τη μεγαλύτερη ανταπόκριση ήταν «Η Μακεδονία είναι ελληνική». Οι επιτόπιες μετρήσεις της ΚΑΠΑ Research που δημοσιεύτηκαν στο Βήμα επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις των αυτοπτών. Το 87% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι ο βασικός λόγος συμμετοχής στο συλλαλητήριο ήταν η έκφραση της αντίθεσης στις εξελίξεις στο «σκοπιανό». Οι πολίτες που πήραν μέρος δεν άλλαξαν γνώμη για το όνομα «Μακεδονία» από τα συλλαλητήρια του 1992, ενώ τα στελέχη που προέρχονται από ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. και ΣΥΝ άλλαξαν. Γιατί άραγε; Μπήκε πιο βαθιά ο αμερικανικός δάκτυλος;
Τα μεγάλα πολιτικά κόμματα απουσίαζαν από το Σύνταγμα. Και δεν τα αναζητούσε ο κόσμος. Ούτε γνώριζε τους οργανωτές και τους ομιλητές ούτε ενδιαφέρθηκε να τους μάθει. Όσους ρώτησα, κάθε ηλικίας, δεν ήξεραν κανένα. Ο μόνος που έγινε αντιληπτός με το όνομά του ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης και οι γύρω μας τραγουδούσαν τα τραγούδια του που παίζονταν στη διαπασών το ένα μετά το άλλο, ολόκληρα, από τις κόρνες που ήταν τοποθετημένες σε όλες τις κολόνες, από τη Φιλελλήνων και την Αμαλίας μέχρι τη Βασιλίσσης Σοφίας και την Πανεπιστημίου. Δηλαδή, άνθρωποι απ’ όλο το πολιτικό φάσμα, ίσως πιο αντιπροσωπευτικοί του «λαού» από τους «αγανακτισμένους» που είχαν μεγαλύτερη κλίση προς τα Αριστερά. Σύμφωνα με την ΚR, ο καταμερισμός, σε επίπεδο πολιτικής τοποθέτησης, ήταν περίπου 54% Κέντρο και Δεξιά και 36% Κέντρο και Αριστερά, με πιο ισχυρό στο σύνολο το Κέντρο, συν ένα 10% που δεν έδωσε συγκεκριμένη πολιτική επιλογή. Κοινό σημείο της πλειονότητας αυτού του πολύμορφου πλήθους, πέρα από το «μακεδονικό», ήταν το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 που ψηφίστηκε από το 52% των παρόντων στο συλλαλητήριο, σύμφωνα με την έρευνα της ΚR, έναντι του 24% που ψήφισε ΝΑΙ (οι υπόλοιποι δήλωσαν ότι δεν ψήφισαν ή έριξαν λευκό και άκυρο).
Ένα πλήθος που δεν ήταν απολίτικο, αλλά ήταν κομματικά ακέφαλο και πολύ μεγαλύτερο από τις «μάζες» που κινητοποιεί η Δεξιά και από τα μεγέθη που κατά κανόνα αποκαλεί η Αριστερά «λαός». Όρο που χρησιμοποιούν κι όταν ο πραγματικός λαός υποεκπροσωπείται από μερικές εκατοντάδες ή λίγες χιλιάδες διαδηλωτές. Αυτή η αντίθεση στα κόμματα εξουσίας εκφράστηκε εντονότερα και σαφέστερα από ένα 29% που δήλωσε απερίφραστα ότι είναι τόσο απογοητευμένο και θυμωμένο που επιθυμεί την «ανατροπή του συστήματος», ενώ μόνο ένα φτωχό 7% εμπιστεύεται ακόμα τα κόμματα.
Ακηδεμόνευτο συλλαλητήριο
Το συλλαλητήριο ήταν τόσο μεγάλο που ήταν αδύνατο να αγνοηθεί. Γι’ αυτό ένοιωσαν όλοι οι εκπρόσωποι και οι μειοψηφικοί πλέον πιστοί οπαδοί των απαξιωμένων πολιτικών φορέων, την ανάγκη να το υιοθετήσουν και να το κολακεύσουν ή να το μουντζουρώσουν, αλλιώς θα έπρεπε να βάλουν την ουρά κάτω από τα σκέλια και να ομολογήσουν την απόρριψή τους ή έστω τον παραμερισμό τους από μια σημαντική και αντιδρούσα εμπράκτως μερίδα του ελληνικού λαού, μάλλον πλειοψηφική εάν θεωρήσουμε με επιστημονικά κριτήρια το «δείγμα» ως υπέρμετρα μεγάλο και ασφαλές για συμπεράσματα.
Βέβαια, παλιές οι καραβάνες, δεν τόλμησαν, όπως έκαναν με το πρώτο της Θεσσαλονίκης (επαρχία, βλέπεις), να χαρακτηρίσουν ευθέως τους συμμετέχοντες ρατσιστές, εθνικιστές, φασίστες, συντηρητικούς και αντιδραστικούς. Ανοιχτά και χυδαία το έκαναν οι χουλιγκάνοι του αντιεξουσιαστικού χώρου. Ενώ, οι καθωσπρέπει προοδευτικοί το έκαναν συγκαλυμμένα. Για να μην προγκίξουν ανοιχτά τον κοσμάκη, τον οποίο λένε ότι υπερασπίζονται, ως κατά παράδοση υποψήφιο αποδέκτη της πολιτικής τους πραμάτειας, την έπεσαν με σφοδρότητα στον Μίκη Θεοδωράκη. Γέρων, ασθενής και ανένταχτος έγινε στόχος. Αντ’ αυτού, λοιπόν. Αντί να αποκηρύξουν και να λοιδορήσουν τον κοσμάκη, έκαναν βουντού τρυπώντας -σαν ομοίωμα της κοινωνίας- όσο πιο βαθιά μπορούσαν με κάθε είδους βελόνες τον Μίκη. Βέβαια, ο Μίκης είναι πλέον άτρωτος και δεν τον διαπερνούν όσο κακοπροαίρετα και χυδαία κι αν είναι τα καρφώματα. Και ο κόσμος, ο λαός, ο κοσμάκης, δεν πρόκειται να επηρεαστεί. Έχει πολλά ελαττώματα, κανένας μας δεν είναι απρόσβλητος από τη φθορά που επιφέρει στους πολίτες ένα άκρως εχθρικό στις αξίες σύστημα, αλλά, πάντοτε, στις πιο κρίσιμες στιγμές, αυτός ο άνθρωπος, ο ανθρωπάκος, ζώνεται τα φυσεκλίκια και πολεμάει μέχρις εσχάτων για τα ιδανικά μας. Ο μπακάλης, ο μανάβης, η αγρότισσα, ο σερβιτόρος, η μοδίστρα, ο σπουδαστής, η δασκάλα… Απ’ αυτούς, χιλιάδες, πολλές χιλιάδες, είναι οι πραγματικοί ήρωες του παρελθόντος και απ’ αυτούς θα προκύψουν οι ήρωες του μέλλοντος, χωρίς αγάλματα, χωρίς πόστα, χωρίς εξαργύρωση. Ούτε εισαγωγής ήταν ούτε από το «Κλιν» βγήκαν οι αγωνιστές του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ, του ΕΛΑΣ και τη Δημοκρατικού Στρατού . Από τη διπλανή πόρτα ήτανε, με όλες τις ελλείψεις και τις αδυναμίες που είχαν οι άνθρωποι της εποχής. Αλλά αυτοί σηκώσανε το σταυρό τότε, όπως και πριν, όπως θα κάνουν και μετά.
Ένα άδειο σακάκι
Οι δεξιοί πολιτικοί και οι καλοβολεμένοι συμπολίτες μας είναι οι πρώτοι που «την κάνουν» για το Λονδίνο ή τη Μέση Ανατολή όταν γίνονται οι καταστάσεις στριμόκωλες, για να ξαναγυρίσουν με τα αντιτορπιλικά και τα τζετ όταν το αίμα των άλλων έχει πλέον χυθεί, για να ξαναντρεσάρουν τους ξεσηκωμένους για ανεξαρτησία, δημοκρατία και δικαιοσύνη ανθρωπάκους, να τους βάλουν τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι με ψέματα, τρομοκρατία και δολώματα. Και τους βλέπουμε τώρα, πώς προσπαθούν να χωρέσουν δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη: και με τον μουμιοποιημένο πατριωτισμό για να παραπλανούν τον κόσμο και με την ξενοκρατία που είναι η δεύτερη φύση τους. Και με το λαό και με τη συμμορία της διεθνούς ολιγαρχίας, όπως έχει γίνει κατ’ επανάληψη με τους Άγγλους, τους Γάλλους, τους Ρώσους, τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Αμερικάνους, από τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι σήμερα.
Οι άλλοι, οι προερχόμενοι από το δικό μας χώρο, σώζουν την Ελλάδα εφαρμόζοντας με πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από τους δεξιούς το ξεπούλημα του τόπου, από τα αεροδρόμια και τα λιμάνια, τις ενεργειακές δομές και πηγές, τις τράπεζες, το σιδηροδρομικό δίκτυο και τους αυτοκινητόδρομους, τις τηλεπικοινωνίες και τις παραλίες μέχρι τα διαμερίσματα και τις επιχειρήσεις των χρεοκοπημένων από τα μνημόνια οικογενειών. Σε λίγο, η Ελλάδα ως κράτος θα είναι ένα άδειο σακάκι. Ιδιοκτήτες των πάντων γίνονται τα funds και οι κρατικές εταιρίες των επιτηρητών της χώρας που παραδίδεται άνευ όρων και ορίων στη λεηλασία από δεξιούς και «αριστερούς». «Αριστερούς» που, ομολογουμένως, έχουν μια άποψη περί σωτηρίας σαν εκείνη που έχουν οι «ρεαλιστές» που συμβουλεύουν τις γυναίκες να μην αντιστέκονται στους βιαστές για να μην φάνε και μπουνιές!
Με αυτό το πολιτικό προσωπικό, τον Μητσοτάκη με τον Γεωργιάδη και τον Βορίδη, τον Τσίπρα με τον Καμμένο, τον Νετανιάχου και τον Σίσι και τον Κοτζιά να χορεύει περιχαρής με τα πολεμοχαρή γεράκια στη σύνοδο του ΝΑΤΟ, με τους μισθούς και τις συντάξεις στον πάτο και την Ελλάδα στο σφυρί, ακόμα και ο τελευταίος πολίτης, με όλα τα κουσούρια του, είναι περιστέρι.
Ο Μίκης ρίσκαρε
Όσα κι αν έχει να καταμαρτυρήσει κανείς στον Θεοδωράκη σε μια ζωή κοντά ενός αιώνα, είναι παιδαριώδη σε σύγκριση με ό,τι έχει προσφέρει στον τόπο και σε σχέση με τον ολοκληρωτισμό που εφαρμόζεται σε βάρος της Ελλάδας και του λαού της από τα κόμματα εξουσίας που επί της ουσίας δεν διαφέρουν μεταξύ τους και συναγωνίζονται μόνο στο ποιος θα θάψει πιο βαθιά και πιο γρήγορα την Ελλάδα, αφαιρώντας της όχι μόνο την υλική της υπόσταση, αλλά και την άυλη της ταυτότητα.
Ό,τι και να αναμασούν, ο Μίκης με μία κίνηση ματ πήρε το παιχνίδι από τους ακροδεξιούς στο συλλαλητήριο του Συντάγματος. Όχι πως τους έδινε κανείς σημασία μέσα στη λαοθάλασσα, αλλά τους έκοψε τη φόρα ότι θα κέρδιζαν την παρτίδα. Διαμαρτυρήθηκε ένας νεαρός όταν ο Μίκης είπε ότι είναι πατριώτης και διεθνιστής, αλλά κανείς από τους γύρω δεν του έδωσε σημασία. Κι όταν άρχισε ο κόσμος να τραγουδάει ομαδικά «όταν σηκώνονται, όταν σηκώνονται, η ζωή τραβάει την ανηφόρα, με σημαίες, με σημαίες και με ταμπούρλα…», ο νεαρός ένιωθε αμήχανος και ξεβολεμένος. Και δεν ήταν ο μόνος.
Ο Μίκης ρίσκαρε και πέτυχε. Δεν κάηκε από τον εθνικισμό. Κι ούτε τον άγγιξαν οι σκνίπες που ξεσάλωσαν εναντίον του μέσα από τις κυβερνητικές εφημερίδες και το facebook κοσκινίζοντας τις λέξεις του. Το 46% των διαδηλωτών δήλωσαν στην ΚR ότι από όλους τους ομιλητές τούς εξέφρασε περισσότερο ο Μίκης, με δεύτερο τον συνταγματολόγο Γιώργο Κασιμάτη, με 19%, και μόλις τρίτο τον μητροπολίτη Σύρου με 10%. Οι άλλοι πέρασαν εντελώς ντούκου. Με την καθοριστική συμβολή του Μίκη, η εκδήλωση έμεινε στον πατριωτικό χαρακτήρα που ήθελε ο κόσμος να έχει. Και μόνο ένα «γεια σας» να έλεγε αρκούσε, αφού αυτό που μέτρησε ήταν η παρουσία του και ο συμβολισμός του. Κανένας από τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο Θεοδωράκης ήταν εκεί σαν σύμβολο της Αριστεράς και της Ελλάδας. Και ως θνητός, όχι σαν άγιος, αλάθητος και αναμάρτητος, απευθύνθηκε στον κόσμο και παρέκαμψε τους πωρωμένους εθνικιστές και τους στενόμυαλους διεθνιστές. Αυτοί βλέπουν το δέντρο, ο Μίκης είδε το δάσος. Ασφαλώς και υπάρχει πρόβλημα με τον εθνικισμό, που αναζωπυρώνεται όταν οι πολιτικοί εμπορεύονται με τα ξένα αφεντικά τα ιερά και τα όσια των λαών. Αλλά ο εθνικισμός με την εξαιρετική πολυπλοκότητά του δεν αντιμετωπίζεται αναθεματίζοντας το λαό και όσους τολμούν σε κάθε περίπτωση να βγάλουν τα κάστανα απ’ τη φωτιά.
Οι ηγέτες της Χρυσής Αυγής προσπάθησαν να αμβλύνουν τη δυσαρέσκεια που εκδηλώθηκε στα μέλη τους από το «καπέλωμα» του Μίκη. Κάποιοι Χρυσαυγίτες προσπάθησαν να μειώσουν το φιάσκο τους ισχυριζόμενοι ότι ο Μίκης είπε ό,τι λένε κι αυτοί, αλλά δεν πείστηκαν ούτε οι δικοί τους που βρίζουν τον παλιοκομμουνιστή που τους έβγαλε off. Μόνο κάτι Συριζαίοι και κρυπτοΣυριζαίοι έκαναν βούκινο τα κασιδιαρέικα νομίζοντας ότι σπιλώνοντας τον Μίκη θα ξορκίσουν την αποδοκιμασία που εισέπραξε η κυβέρνηση από τον κόσμο για τις πολιτικές της. Εξάλλου, μόνοι τους τα γράφουν, μόνοι τους αυτοϊκανοποιούνται με μερικά like. Κάποιοι δε, νομίζουν ότι ρίχνοντας λάσπη ξοφλούν τα γραμμάτια τους στην εξουσία.
Είναι γελοίο να ισχυρίζεται κανείς, με όλα τα γεωπολιτικά σε έξαρση, ότι η ονομασία «Μακεδονία» είναι ένας απολίτικος γεωγραφικός προσδιορισμός. Οι πολίτες στα Βαλκάνια το αντιλαμβάνονται. Όποιος διαβάζει εφημερίδες, μπλογκ και σάιτ βαλκανικά, το έχει διαπιστώσει. Το κουφέτο «γεωγραφικός προσδιορισμός» δεν τρώγεται πουθενά. Είναι όρος εθνικός και πολιτικός 100%! Κι αυτός ο λαός, ο δικός μας, δεν είναι πιο χαζός από τους άλλους Βαλκάνιους. Και όλοι γνωρίζουν ότι οι Αμερικάνοι θέλουν να ξεπεραστεί το εμπόδιο για να βάλουν τη γειτονική μας χώρα στο ΝΑΤΟ στο πλαίσιο της στρατηγικής τους εναντίον της Ρωσίας. Γι’ αυτό έβαλαν τους Ζαέφηδες και τους Κοτζιάδες να τρέχουν σαν λαγοί. Ξέρουν οι απλοί άνθρωποι, Έλληνες, Βούλγαροι, Σέρβοι, Σλάβοι της Μακεδονίας ή Αλβανοί, ότι οι Αμερικάνοι, όπως κι οι Γερμανοί κ.λπ. φίλοι μας, όλους μάς θεωρούν αναλώσιμα πιόνια. Κι ότι τα σύνορα στους ψηφιακούς χάρτες είναι κινητά και ορίζονται ανάλογα με τα συμφέροντα και τους συσχετισμούς. Οι σχέσεις ανάμεσα στους λαούς δεν βελτιώνονται με τη διαμεσολάβησή των Αμερικάνων, ούτε ο εντόπιος εθνικισμός καταπολεμάται με την αναγνώριση ή την παράβλεψη του εθνικισμού των άλλων.